Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2008

Μεγαλωμένοι στο Διαδίκτυο

Σαφής και γενικά αποδεκτός ορισμός για τον όρο «γενιά» και συνακόλουθη αποσαφήνιση των κριτηρίων των καθοριστικών διακριτικών γνωρισμάτων της κάθε γενιάς δεν έχει μέχρι στιγμής δοθεί. Είναι άλλωστε όρος κοινωνιολογικός και πάνω από όλα δυναμικός συνεπώς η δυσκολία του προαναφερόμενου εγχειρήματος δεν είναι δα και μικρή.
Αυτό που μπορεί να ειπωθεί με κάποια σιγουριά είναι πως οι διάδοχοι της περίφημης Generation X (τους σημερινούς 50ρηδες που ο νεανικός βίος τους είχε ως ορόσημο τις κοινωνικοπολιτικές επαναστάσεις : Αμερικανικό αντιπολεμικό κίνημα, Μάης του 68 στη Γαλλία, Πολυτεχνείο στην Ελλάδα κλπ) είναι η καλούμενη Γενιά του Διαδικτύου (ΓτΔ), η internet generation. Αποτελείται από τους σημερινούς έφηβους, γεννημένους ανάμεσα στα τέλη της δεκαετίας του 80 και εντεύθεν, με την πλειοψηφία αυτών να ανήκει στην (μικρο-) αστική τάξη και μεγαλωμένους μέσα σε ένα περιβάλλον γρήγορου, εύκολα προσβάσιμου, ανεπτυγμένου και οικονομικά προσιτού διαδικτύου. Οι δυνατότητες που παρέχει ο κυβερνοχώρος στον κάθε χρήστη είναι πολυάριθμες και πολυφασματικές, καλύπτοντας (;) ένα σημαντικό κομμάτι των αναγκών για ενημέρωση, διασκέδαση, επικοινωνία ακόμα και μάθηση.
Η διαπίστωση αυτή αποκτά μεγαλύτερη ισχύ όταν αφορά χρήστες της γενιάς του διαδικτύου οι οποίοι όντας κατ’ ουσία γαλουχημένοι μέσα στα δαιδαλώδη μονοπάτια του internet και μαθαίνοντας από πολύ μικρή ηλικία να κάνουν χρήση της πληθώρας των παρεχόμενων διαδραστικών δυνατοτήτων γίνονται οι πρώτοι άνθρωποι για τους οποίους το διαδίκτυο αποτελεί όχι απλά ένα χρονικά σημαντικό κομμάτι της καθημερινότητας τους αλλά ένα μέσο το οποίο οδηγεί με «βιωματικό» τρόπο στη δόμηση της προσωπικότητας τους. Στο παρόν κείμενο γίνεται μια , πιθανόν πρόωρη αλλά σίγουρα όχι αχρείαστη, απόπειρα παράθεσης των προβληματισμών που ανακύπτουν από την τελευταία αυτή εξέλιξη. Οι παράγραφοι που ακολουθούν αφορούν πρωταρχικά την Ελλάδα (η οποία λόγω τεχνολογικών αιτιών έχει κάποια διαφορά φάσης σε σχέση με τον υπόλοιπο Δυτικό κόσμο σε ότι έχει να κάνει με διαδικασία της κοινωνικής ζύμωσης μέσα από την οποία θα αποκρυσταλλωθούν τα χαρακτηριστικά της ΓτΔ) όμως εν γένει, η ανάλυση μπορεί να επεκταθεί και στις υπόλοιπες τεχνολογικά ανεπτυγμένες χώρες.

Δυνατότητες και χρήσεις

Από πολύ μικρή ηλικία και με ιδιαίτερο ζήλο και επιδεξιότητα, η ΓτΔ επιδίδεται καθημερινά και επί αρκετές ώρες στην χρήση του Διαδικτύου. Η συνεχής βελτίωση των λειτουργικών συστημάτων των ηλεκτρονικών υπολογιστών, η απλοποίηση των λογισμικών μέσω φιλικών προς το χρήστη περιβαλλόντων εργασίας και η κυριαρχία των ευρυζωνικών δικτύων, έχουν μετατρέψει την ενασχόληση με το διαδίκτυο απλή υπόθεση για τους τεχνολογικά οξυδερκείς παίδες και έφηβους του σήμερα.
Θεωρητικά το διαδίκτυο παρέχει δύο διακριτές κατηγορίες δυνατοτήτων/υπηρεσιών στο χρήστη: ενημέρωσης και διασκέδασης (ο όρος «διασκέδαση» αντί του «ψυχαγωγία» χρησιμοποιείται σκόπιμα και ίσως ελαφρώς προβοκατόρικα). Στην πρώτη κατηγορία θα μπορούσαμε να κατατάξουμε την ανάγνωση μια ηλεκτρονικής εφημερίδας, ενός ιστολογίου (blog), την παρακολούθηση μαγνητοσκοπημένων μεταδόσεων ενός ειδησεογραφικού πρακτορείου, την εύρεση ενός λήμματος σε μια ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ή λεξικό και γενικά την εύρεση συγκεκριμένων πληροφοριών, ενώ στη δεύτερη κατηγορία αντίστοιχα ανήκουν η συμμετοχή σε μαζικά ηλεκτρονικά παίγνια (gaming) όπως π.χ. τα διάσημα πλέον MMORPG (massive multiplayer online role playing games), η συμμετοχή σε μια διαδικτυακή αγορά (foruming), η ηλεκτρονική συνομιλία σε «δωμάτια διαλόγου» (chatting), ακόμα και η άσκοπη αναζήτηση για κάτι ενδιαφέρον (net surfing, browsing).
Στην πράξη πάντως αποδεικνύεται ότι οι δραστηριότητες των μελών της ΓτΔ κλίνουν κατά συντριπτική πλειοψηφία προς τη διασκέδαση, αγνοώντας επιδεκτικά την ενημέρωση. Αυτό φυσικά είναι μια διαπίστωση απολύτως (;) ερμηνεύσιμη καθότι όπως προαναφέρθηκε, κάνουμε λόγο για άτομα που σήμερα έχουν ηλικίες 12-19 ετών. Του λόγου το αληθές μπορεί να αντιληφθεί οποιοσδήποτε δοκιμάσει να κάνει μια έντιμη συζήτηση με κάποια από αυτά τα παιδιά/νέους ή απλούστατα επισκεφτεί ένα κεντρικό internet cafe.

Προβληματισμοί

Σύμφωνα με τα ανωτέρω λοιπόν, μπορούμε σε άπταιστα νεοελληνικά να πούμε ότι η ΓτΔ ασχολείται ως επί το πλείστον με το gaming, το foruming, το chatting και το browsing. Το ρήμα «ασχολείται» πιθανώς να υποτιμά το χρόνο που αφιερώνει, την ένταση και ψυχολογική σημαντικότητα την οποία η ΓτΔ αποδίδει σε αυτές τις δραστηριότητες. Επιστημονική έρευνα που να παρέχει μια ακριβή στατιστική αποτύπωση και ποιοτική ανάλυση του φαινομένου ώστε να επιβεβαιώνεται ή να διαψεύδεται η προηγούμενη πρόταση δεν υπάρχει στην Ελλάδα εξ όσων γνωρίζω. Μια προσωπική και εντελώς ερασιτεχνική απόπειρα ιχνηλασίας μέσα από το διάλογο και κάποιες άτυπες συνεντεύξεις με μέλη της ΓτΔ με οδήγησε στα ακόλουθα:

i.Περισσότερα από 1 στα 3 μέλη της ΓτΔ ξοδεύει από 3 έως και 8 ώρες καθημερινά «online».
ii.Το gaming και το chatting είναι μακράν οι κυρίαρχες διαδικτυακές τους δραστηριότητες.
iii.Μεγάλο (έως και ολόκληρο) το όποιο χαρτζιλίκι ή ταπεινό εισόδημα δαπανάται για την αγορά εξαρτημάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, λογισμικού, προγραμμάτων ή στα internet cafe.
iv.Πρόκειται για παιδιά που ανήκουν στις μικρομεσαίες κοινωνικοοικονομικές ομάδες.

Επί αυτής της βάσης και θεωρώντας καλή τη πίστη ότι ως ένα βαθμό αντανακλά την σύγχρονη πραγματικότητα ανακύπτουν διάφοροι προβληματισμοί.

Πρώτος και καλύτερος δεν είναι άλλος από μια τάση αποξένωσης, απομόνωσης, μια γενικότερη διάθεση ανεξαρτητοποίησης που αγγίζει σε σπάνιες περιπτώσεις την έννοια της αυτοπεριθωριοποίησης ή για να το πούμε λιγότερο βαρύγδουπα, μια ροπή προς της επικράτηση απρόσωπων και ασώματων δομών επικοινωνίας η οποία ολοένα και περισσότερο κυριαρχεί σε αυτούς τους νέους. Μπορεί να παίζουν, να διαδρούν, να συγκροτούν ομάδες και «φατρίες» με ανθρώπους διαφόρων ηλικιών, φύλων, φυλών, εθνικοτήτων, οικονομικών στρωμάτων από όλη την Ελλάδα και τον κόσμο μέσα από τα ιντερνετικά παιχνίδια και τα chat rooms όμως αυτή η επικοινωνία είναι αρχικά (και σχεδόν πάντα έτσι παραμένει) λειψή, επιπόλαια, εκ του ασφαλούς καθώς γίνεται εξ αποστάσεως, με διάθεση σχεδόν άνευ όρων αποδοχής καθώς εκλείπουν οι οσμές που αναδίδει η «ανθρωπίλα» του αγγίγματος και της κατ’ ιδίαν επαφής.
Επιπλέον, στο διαδίκτυο ο καθένας μπορεί να χτίσει μια παραπλανητική προσωπική «εικόνα» η οποία να αντιστοιχεί όχι στο ποιος είναι ο χρήστης αλλά στο ποιος θα ήθελε να είναι, αποδίδοντας στο ηλεκτρονικό του δημιούργημα (είτε αυτό είναι κάποιος επιβλητικός μαχητής σε ένα παιχνίδι είτε ο συνδυασμός ενός trendy ψευδωνύμου και μιας εικόνας σε ένα φόρουμ ή chat room) όλες εκείνες τις φυσικές και πνευματικές ιδιότητες που θα ήθελε να έχει ο ίδιος. Αποκτά έτσι μια μοναδική δύναμη, γινόμενος ένας μικρός ηλεκτρονικός θεός που πλάθει ένα τέλειο κατά τη λογική και την αισθητική του ον το οποίο θα είναι λυτρωμένο από τα προσωπικά του ψεγάδια, βγάζοντας τον ίδιο από τη δυσάρεστη θέση της διαρκούς προσωπικής ενδοσκόπησης που απαιτούν η αυτοβελτίωση και αυτοπραγμάτωση. Μέσα δε από μια ιδιότυπη διαδικασία ταύτισης πιθανώς ο χρήστης να αρχίσει να πείθεται ότι στην πραγματικότητα οι ιδιότητες του κτίσματος του μεταβιβάζονται με ένα μαγικό τρόπο στο δημιουργό. Συνεπώς η επικοινωνία δεν είναι μόνο ελλιπής αλλά ακόμα και ανέντιμη, ψευδής, με μόνο στόχο την ατομική ικανοποίηση και χωρίς το ρίσκο της ουσιώδους συνάντησης.
Ένα παράπλευρο ζήτημα είναι και η πολύωρη ενασχόληση παιδιών και εφήβων με ιδιαιτέρως βίαια διαδικτυακά παιχνίδια. Είναι φυσικά θέμα αρκετά ευρύτερο από τα του διαδικτύου και επιπλέον σε αντίθεση με τις άλλες πτυχές που αναφέρθηκαν υπάρχει κάποιο υπόβαθρο ακαδημαϊκής μελέτης, η οποία εν γένει καταλήγει στο συμπέρασμα ότι υπάρχει θετική συσχέτιση ανάμεσα στην επιθετική και αντισυμβατική συμπεριφορά και την πολύωρη χρήση βίαιων video games. Να προσεχθεί σε αυτό το σημείο ότι οι μελέτες μιλούν για θετική συσχέτιση χωρίς να κάνουν λόγο για την αιτιότητα, δηλαδή δεν έχουν καταφέρει να ρίξουν φως στο ερώτημα αν ένα παιδί ή έφηβος ο οποίος έχει αναπτύξει επιθετική και αντικοινωνική συμπεριφορά για άλλους λόγους (οικογενειακούς, κοινωνικούς κλπ) ασχολείται με αυτά τα παιχνίδια για να διοχετεύσει εκεί τα αρνητικά του συναισθήματα ή αν αντίθετα τα παιχνίδια αυτά μπορούν να αλλοιώσουν την ψυχοπνευματική συγκρότηση κατά τα άλλα υγειών ατόμων. Όπως και να έχει δεν πρέπει να αγνοηθεί ένα θέμα που έχει τόσο σημαίνουσες επιπτώσεις.
Το γεγονός ότι πλειοψηφικά τα άτομα αυτά ανήκουν στα χαμηλά και μεσαία επίπεδα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης σίγουρα θα κάνει τον καθένα να σκεφτεί ότι για αυτά τα παιδιά η συγκεκριμένη διασκέδαση είναι αρχικά μονόδρομος (ο οποίος μπορεί να καταλήγει σε αδιέξοδο). Όντας εγκλωβισμένοι σε τσιμεντένιες, μη βιώσιμες πόλεις όπου απουσιάζει το περιβάλλον, τα πάρκα, οι χώροι άθλησης ενώ συγχρόνως πολλοί άλλοι τρόποι διασκέδασης είναι απαγορευτικοί για το βαλάντιο τους (τουλάχιστον σε μεγάλη συχνότητα) στρέφονται στην τηλεόραση και το διαδίκτυο προτιμώντας πλέον το τελευταίο καθώς πέρα από την πολλαπλότητα χρήσεων τους παρέχει και μια μεγαλύτερη αίσθηση ενεργητική δράσης σε αντιδιαστολή με τον παθητικό δέκτη-τηλεορασόπληκτο. Προκύπτει δηλαδή και το γενικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν παιδιά και νέοι στη χώρα μας οι οποίοι πέραν της διάθεσης, δεν έχουν ούτε τις υποδομές, ούτε τους πόρους και με τους σύγχρονους ρυθμούς ζωής ούτε καν αρκετό χρόνο να ασχοληθούν με κάτι πιο δημιουργικό και "κοινωνικό" από το διαδίκτυο. Αυτό δε το γεγονός με τη σειρά του δεν είναι απίθανο να τους οδηγήσει σε μια περισσότερο υλιστικά κυνική αντιμετώπιση της ζωής με ότι αυτό συνεπάγεται στο κοινωνικό εποικοδόμημα.
Αναμφίβολο πάντως είναι ότι σε μια ηλεκτρονική βιβλιοθήκη που αριθμεί τρισεκατομμύρια σελίδες και έχει δισεκατομμύρια χρήστες τα ερεθίσματα που μπορεί να δεχθεί ο οποιοσδήποτε νεαρός σε ηλικία χρήστης είναι ποικίλα. Όταν οι Γάλλοι εγκυκλοπαιδιστές έλεγαν πως στις σελίδες του έργου τους μπορούσε κανείς να βρει «από μία βελόνα ως ένα κανόνι» προφανώς δε μπορούσαν ούτε στην πιο τρελή τους φαντασία να διανοηθούν το διαδίκτυο. Το να χρησιμοποιήσει κανείς λοιπόν το ίντερνετ ως εργαλείο και όχι ως όπλο (το οποίο μπορεί να στρέψει σε κάποιον τρίτο ή στον ίδιο του τον εαυτό) είναι κυρίως θέμα αυτοελέγχου και τυχαιότητας. Το ερώτημα που εύλογα τίθεται είναι αν η πρώτη γενιά «γεννημένη» και σίγουρα μεγαλωμένη μέσα στο διαδίκτυο έχει την οξυδέρκεια και την ωριμότητα να κάνει τη σωστή χρήση.
Τέλος θα μπορούσε κάποιος να παρατηρήσει και τους κώδικες επικοινωνίας, τις διάφορες ιδιολέκτους που σχηματίζονται σε αυτές τις ομάδες. Η πλέον γνωστή είναι η χρήση ελληνικού λεξιλογίου γραμμένου με το λατινικό αλφάβητο (greenglish) και με συχνή χρήση αδόκιμων αρκτικόλεξων (lol= laugh out loud, soz=sorry ,bb=bye bye κλπ). Προφανώς αυτό αποτελεί τροχοπέδη στη σωστή εκμάθηση και χρήση της ελληνικής γλώσσας. Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι παιδιά 12-13 ετών μου ανέφεραν ότι υπάρχουν περιπτώσεις όπου λόγω του καθημερινού chat ορισμένες φορές μπορεί στο σχολείο να γράψουν το «ξ» ως «κσ» πχ «κσύλο» το οποίο φυσικά συμβαίνει επειδή στο λατινικό αλφάβητο δεν υπάρχει γράμμα που να ανταποκρίνεται στον ήχο του «ξ» και συνεπώς αντικαθίσταται από το «ks» !

Πρόσκληση και πρόκληση

Το παρόν κείμενο δεν φιλοδόξησε να κρούσει κάποιο σήμαντρο κινδύνου ή να γίνει τάχα μια κασσάνδρεια προφητεία που χαιρέκακα περιμένει την επιβεβαίωση της. Μοναδική επιθυμία του γράφοντος είναι να δώσει μια αφορμή προβληματισμού για ένα ζήτημα το οποίο έχει εξαιρετικά μεγάλες διαστάσεις και σημαντικές συνέπειες και κυρίως, το οποίο σχεδόν κανείς δε φαίνεται να αναγνωρίζει ή να συζητά αλλά απλά να αποδέχεται σα να πρόκειται για ένα φυσικό φαινόμενο όπως η οφειλόμενη στη βαρύτητα πτώση ενός μήλου. Το διαδίκτυο είναι ένα συγκλονιστικό, υπερχρήσιμο εργαλείο με αφάνταστες δυνατότητες. Είναι όμως επίσης άναρχο και εθιστικό, συνεπώς κακή χρήση του μπορεί να αποδειχθεί πολλαπλώς επιβλαβής για το άτομο και την κοινωνία. Οι υποκειμενικές αυτές διαπιστώσεις αποτελούν μια πρόσκληση για τη διεξαγωγή σοβαρών μελετών και ημερίδων που θα καταδείξουν τις αληθινές διαστάσεις του θέματος και θα προτείνουν τρόπους αντιμετώπισης των όποιων παθογενειών ενώ ταυτόχρονα στοιχειοθετούν την ύπαρξη μιας πρόκλησης που θα επιζητήσει νωρίτερα από ότι φανταζόμαστε λύσεις.

Πέμπτη 3 Ιουλίου 2008

Χαράς ευαγγέλια για μικροκαταθέτες-δανειολήπτες.

Πριν από λίγες μέρες πάρθηκε η τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Αθηνών σχετικά με μια σειρά από χρεώσεις που υφίσταται ο καταναλωτής έναντι των τραπεζών. Μπορείτε να διαβάσετε αναλυτικά αυτή την απόφαση και τις πιθανές επιπτώσεις που μπορεί να έχει εδώ: http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economy_2_29/06/2008_275852

Σημειώνεται ότι οι αποφάσεις ισχύουν μόνο για την Εθνική Τράπεζα αλλά δημιουργείται πλέον δεδικασμένο που ανοίγει τους δρόμους για τους πάσης φύσεως δανειολήπτες.

Στο παρόν κείμενο θα ήθελα απλά να προσπαθήσω να κάνω πιο εύληπτη την πρακτική σημασία που έχει αυτή η απόφαση για τον απλό καταναλωτή σχολιάζοντας έναν προς έναν τους όρους που κρίθηκαν ως καταχρηστικοί. Πάμε λοιπόν.

«Σύμφωνα με την αριθμό 3499/2008, απόφαση του Εφετείου, καταχρηστικοί κρίνονται οι παρακάτω όροι:

- Η επιβάρυνση του καταναλωτή που χρησιμοποιεί την πιστωτική κάρτα ως μέσο πίστωσης με τόκους αναδρομικά από την ημέρα διεξαγωγής της συναλλαγής και όχι με την πάροδο της προθεσμίας πληρωμής που αναγράφεται στον μηνιαίο λογαριασμό που του αποστέλλεται (γεγονός που συνεπάγεται την επιβάρυνση του καταναλωτή με τόκους κατά μέσο όρο 35 ημερών).»

Επιτέλους μπήκε τέλος σε αυτό το θέατρο του παραλόγου. Όταν δανείζεστε χρήματα με την πιστωτική κάρτα υπάρχει μια άτοκη περίοδος χάριτος ανάμεσα σε 30 και 40 μέρες μέσα στην οποία μπορείτε να αποπληρώσετε το δανεισμό χωρίς κανένα κόστος (παρεμπιπτόντως εφόσον χρησιμοποιείται κατ’ αυτόν τον τρόπο την κάρτα μπορείτε να την «κρεμάσετε» πάνω σε έναν καταθετικό λογαριασμό σας και να ζητήσετε να γίνεται Αυτόματη Εξόφληση Λογαριασμού σε κάθε αγορά που κάνετε με αυτήν ώστε να εξοφλείται άμεσα και άτοκα). Μέχρι πρότινος όποιος υπερέβαινε την περίοδο χάριτος έστω και για μία μέρα καλούταν να πληρώσει τόκους που αντιστοιχούσαν στο άθροισμα του περιόδου χάριτος και την περίοδο από την λήξη της περιόδου χάριτος μέχρι και την ημερομηνία εξόφλησης. Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι η περίδος χάριτος είναι 30 μέρες και εσύ αποπληρώνετε το χρέος σας με μόλις μία μέρα καθυστέρησης. Πριν από την απόφαση του εφετείου θα πληρώνατε 30+1 μέρες τόκων (με τσουχτερά καταναλωτικά επιτόκια της τάξης του 8-12%) ενώ πλέον θα πληρώνετε μόνο μία.

«- Η επιβολή εξόδων για τις αναλήψεις μετρητών μέσω πιστωτικής κάρτας που κλιμακώνονται ανάλογα με το ποσό ανάληψης από 3 έως 20 ευρώ.»

Σαφές. Από εδώ και στο εξής δε θα έχετε καμία πρόσθετη χρέωση όταν θέλετε να πάρετε μετρητά μέσω της πιστωτικής σας κάρτας. Μόνο κόστος το επιτόκιο και αυτό όπως είπαμε σας επιβαρύνει μετά την περίοδο χάριτος.

«- Η δυνατότητα της τράπεζας για μεγαλύτερη αναπροσαρμογή στις πιστωτικές κάρτες από αυτή που προκύπτει από την αύξηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή τη δυνατότητα της τράπεζας να μη μειώσει το επιτόκιο όταν η πορεία των επιτοκίων της ΕΚΤ είναι καθοδική.»

Το επιτόκιο στο της ΕΚΤ που αναφέρεται παραπάνω αποτελεί το επιτόκιο-βάση για την συντριπτική πλειοψηφία των επιτοκίων που υπάρχουν στην Ευρωζώνη και ειδικά στο χώρο της λιανικής τραπεζικής. Πάνω σε αυτό το επιτόκιο η τράπεζα προσθέτει ένα περιθώριο κέρδους ( το λεγόμενο spread) το οποίο καλύπτει τα λειτουργικά της κόστη και την αποζημιώνει για τους διάφορους χρηματοοικονομικούς κινδύνους που απορρέουν από την πράξη του δανεισμού. Σύμφωνα με την ανωτέρω απόφαση οι τράπεζες δε θα μπορούν να μεταβάλλουν το spread εκμεταλλευόμενες την όποια μεταβολή στο βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ (δηλαδή να αυξάνουν τα επιτόκια περισσότερο από το επιτόκιο της ΕΚΤ ή να μη μειώνουν τα επιτόκια όταν μειώνεται το επιτόκιο της ΕΚΤ). Πρακτικά σωστό σε μια χώρα όπου ο κάθε κλάδος λειτουργεί με καθαρά ευκαιριακή λογική. Δημιουργεί πάντως κάποιους προβληματισμούς σε σχέση με το πόσο λειτουργούμε ως ελεύθερη αγορά. Βέβαια όταν η συγκεκριμένη πρακτική υιοθετείται μαζικά από το σύνολο σχεδόν των τραπεζών τότε ούτως ή άλλως είμαστε πολύ μακριά από τις ευεργετικές συνέπειες του πλήρους ανταγωνισμού, οπότε…

«- Η επιβολή εξόδων αδράνειας (0,60 ή 1 ευρώ ανά μήνα) σε καταθετικούς λογαριασμούς που παραμένουν ακίνητοι για διάστημα μεγαλύτερο των 18 μηνών.»

Επιτέλους. Ας πούμε μια ιστορία εδώ. Νονός/Θείος/Λοιπός συγγενής κάνει δώρο στον βαφτισιμιό/ανιψιό/λοιπό παιδί ένα βιβλιάριο καταθέσεων με ένα συμβολικό ποσό. Τα χρόνια περνάνε και κάποια στιγμή που γίνεται ένας έλεγχος εμφανίζεται μηδενικό υπόλοιπο λογαριασμού. Τι είχε συμβεί; Μα φυσικά το επιτόκιο που κέρδιζε ο λογαριασμός ήταν σαφώς μικρότερο από τις χρεώσεις εξόδων αδράνειας και έτσι το μικρό ποσό εξαφανίστηκε με την πάροδο του χρόνου! Άντε μετά να πείσεις τον άλλον ότι οι τράπεζες δεν κλέβουν τον μικροκαταθέτη…

«- Η δυνατότητα της τράπεζας να διαφοροποιεί τα επιτόκια καταθέσεων ανάλογα με το υπόλοιπο του λογαριασμού.»

Αυτή η απόφαση είναι κάπως περίεργη. Γιατί να μην μπορεί η τράπεζα να διαφοροποιεί τα επιτόκια καταθέσεων ανάλογα με το συνολικό υπόλοιπο; Προφανώς και έχει μεγαλύτερη ανάγκη από τους πόρους που θα της προσφέρουν οι καταθέσεις των νομικών προσώπων και των φυσικών προσώπων με μεγάλη οικονομική επιφάνεια (High Net Worth Individuals) οπότε είναι λογικό να τους προσφέρει πιο ελκυστικές αποδόσεις. Η λογική είναι παρεμφερής με έναν έμπορο που έχει άλλες τιμές για τους πελάτες χονδρικής και άλλες για τους πελάτες λιανικής. Γιατί να απαγορευτεί κάτι τέτοιο στις τράπεζες ; Και ποια θα είναι η συνέπεια αυτής της απόφασης; Κοινά ( flat) επιτόκια καταθέσεων για όλους ;

«- Ο περιορισμός της ευθύνης της τράπεζας σε περίπτωση που γίνει παράνομη χρήση του απολεσθέντος ή κλαπέντος βιβλιαρίου καταθέσεως.»

Ομολογώ πως δεν γνωρίζω τι ευθύνες είχε μέχρι πρότινος η τράπεζα σε αυτό το θέμα οπότε δεν μπορώ να εκφέρω γνώμη.

«- Η επιβολή εξόδων τήρησης και παρακολούθησης στους λογαριασμούς καταθέσεων.»

Σαφές και ορθότατο.

«- Την επιβολή εξόδων για την εξέταση αιτήματος δανειοδότησης που κλιμακώνονται ανάλογα με το ποσόν του στεγαστικού δανείου από 550 και φθάνουν έως και 1.500 ευρώ.»

Πάρα πολύ σημαντικό. Αυτά τα έξοδα ήταν ουσιαστικά σαν να μπαίνεις σε μια αντιπροσωπεία αυτοκινήτων και να σε χρεώνουν ένα ποσό για να μπορέσουν να ερευνήσουν αν θα είσαι ασφαλής και καλός οδηγός. Η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας είναι λειτουργικό έξοδο της τράπεζας και ως τέτοιο θα πρέπει να επιβαρύνει τα επιτόκια της και όχι να καλύπτεται μέσω προμηθειών.

«- Την επιβολή επιβάρυνσης στον δανειολήπτη 50 ευρώ για τη χορήγηση από την τράπεζα βεβαίωσης οφειλών.»

Τέλειωσε και αυτό το αστείο.

«- Τη μονομερή μεταβολή των όρων λειτουργίας των λογαριασμών καταθέσεων.

- Τον μονομερή καθορισμό των ημερών δέσμευσης και διαθεσιμότητας και μετάθεσης της έναρξης τοκοφορίας αναφορικά με ποσά που κατατίθενται.»

Σωστά και αυτά. Προσδίδουν μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά χρήματος και επιτρέπουν την διαπραγμάτευση έστω κάποιων όρων με τον πελάτη.

Γενικότερα είναι μια εξέλιξη που διορθώνει πραγματικά πολλά από τα κακώς κείμενο στο χώρο της λιανικής τραπεζικής και ωθεί τις τράπεζες (ειδικά τις λίγες εκείνες που επικρατούν στον χώρο δημιουργώντας συνθήκες ολιγοπωλίου) σε πιο ουσιώδη ανταγωνισμό, προς όφελος του καταναλωτή και δη του πλέον αδύναμου.

Κυριακή 1 Ιουνίου 2008

Η αυτοκρατορία της μιζέριας


Στο πολύ ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ του Bowling at Columbine το οποίο με αφορμή το μακελειό στο σχολείο της περιοχής εξετάζει τα ζητήματα της οπλοκατοχής και οπλοχρησίας στις ΗΠΑ, ο Μάικλ Μουρ υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι τα αμερικανικά μέσα μαζικής ενημέρωσης προμοτάρουν μια άτυπη (υποκινούμενη ή μη) καμπάνια τρομολαγνείας. Προκαλούν ένα τόσο γενικευμένο κλίμα φοβίας και ανασφάλειας το οποίο σε συνδυασμό με την ελαστικότητα των νόμων περί οπλοχρησίας σε πάρα πολλές (ιδίως Νότιες) πολιτείες των ΗΠΑ είναι οι κυριότερες αιτίες για τα εξαιρετικά μεγάλα ποσοστά θανάτων και τραυματισμών από πυροβόλα όπλα που παρατηρούνται στη χώρα. Στο κείμενο αυτό θα προσπαθήσω να δείξω ότι στη χώρα μας συμβαίνει κάτι αντίστοιχο που όμως δεν έχει ως βασικό στόχο την εξάπλωση του τρόμου αλλά κυρίως την διασπορά της απογοήτευσης, της μιζέριας, του παραπόνου και εν καιρώ, της οργής.

Πρωταγωνιστές σε αυτήν την εκστρατεία μιζέριας είναι (ποιος άλλος ;) τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων και οι εκπομπές ενημέρωσης (ο Θεός να τα/τις κάνει – στην συντριπτική πλειοψηφία τους). Το κάθε θέμα μεγεθύνεται, γιγαντώνεται, ντύνεται με μεγαλόστομες φανφάρες, στολίζεται με αναπαραστάσεις, πλαισιώνεται από 3D animation, αμεσότητα και οικειότητα κερδίζονται εύκολα προβάλλοντας τον πόνο και την κακομοιριά του κάθε θύματος/παθούντα/νοσούντα/απηυδισμένου/ταλαίπωρου/καημένου/οργισμένου απλού πολίτη και φυσικά τυχόντων φίλων, συγγενών, περαστικών και συμπαρομαρτούντων. Αυτονόητο είναι πως όλο το show παρουσιάζεται συνήθως σε άπταιστα ελληνικά (ξέρετε, «αποθανάτισε», «εξ απ’ ανέκαθεν» και άλλα ωραία) από ανθρώπους που πρέπει να έχουν γύρω στα 40 πτυχία (πολλά εκ των οποίων διδακτορικά) και ως εκ τούτου είναι ειδικοί σε θέματα πολιτικής, κοινωνικά, οικονομικά, ιατρικά, νομικά, εθνικά, διπλωματικά και ότι άλλο μπορείτε να φανταστείτε.

Ο λαϊκισμός σε όλο του το μεγαλείο δείχνει πως πράγματι ο μονόφθαλμος (με μάτι που έχει συγχρόνως μυωπία, αχρωματοψία, αστιγματισμό και επιπεφυκίτιδα) θέλει να κυριαρχήσει η γνώμη του πάνω σε αυτούς που θεωρεί, και συχνά αποδεικνυόμαστε, τυφλοί. Τα παραδείγματα είναι απειράριθμα αλλά ένα που θυμάμαι με ιδιαίτερη χαιρεκακία είναι το κορυφαίο σχόλιο που είχα ακούσει σε ρεπορτάζ δελτίου ενός εκ των μεγαλύτερων ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών στο οποίο οι δημοσιογράφοι θέλοντας να κάνουν σύγκριση στις τιμές προϊόντων λιανικής ανάμεσα σε γειτονική χώρα και σε εμάς (και αγνοώντας φυσικά το κόστος παραγωγής που αναγκαστικά ωθεί τις τιμές σε άλλο επίπεδο) είπαν ότι οι τιμές εκεί είναι 300% φθηνότερες από ότι εδώ! Το χειρότερο είναι ότι το συγκεκριμένο «στατιστικό» στοιχείο το πέρασαν και σε τηλεοπτική κάρτα οπότε μιλάμε για ομαδική γκάφα ολκής.

Προσθέστε σε όλα τα παραπάνω τον εκάστοτε πολιτευτή που βρίσκει τον τηλεοπτικό άμβωνα για να κάνει το κήρυγμα του απέναντι συνήθως σε αλλόδοξους ιερωμένους -εεμ συγγνώμη, αντίπαλους πολιτικούς εννοούσα- και πείτε μου αν υπάρχει περίπτωση να μην εκνευριστείτε και απογοητευτείτε ανεξάρτητα από τη βαρύτητα της ίδιας της είδησης ως γεγονότος όταν σας σερβίρεται μέσα σε ένα πλήθος σχολίων όπου και χάνεται.

Ακόμα και σε περιόδους όπου δεν υπάρχει κάτι ιδιαίτερα «ζουμερό» για να προβληθεί, οι δημοσιογράφοι όλο και κάτι θα καταφέρουν να αλιεύσουν. Αν τα πράγματα είναι τόσο «φριχτά» που τίποτε τραγικό δε φαίνεται στον ορίζοντα τότε θα πρέπει να απευθυνθούμε στα πλήθη. Πριν από όχι και τόσο πολύ καιρό, περίπου ένα χρόνο νομίζω, μεγάλος ιδιωτικός τηλεοπτικός σταθμός διαφήμιζε την διάθεση «συμπαράστασης και αλληλεγγύης» απέναντι στον απλό πολίτη ζητώντας από τον κάθε έναν να πάρει τηλέφωνο και να εκφράσει «το παράπονο, την οργή, την αγανάκτηση του». Οι λέξεις δεν είναι τυχαίες, αυτές χρησιμοποιήθηκαν.

Από κοντά και οι εφημερίδες συνήθως αλλά φύσει και θέσει δεν έχουν την ίδια δυναμική. Φύσει γιατί προφανώς από το χαρτί δεν μπορεί εύκολα να ξεπηδήσει όλο αυτό το show της τηλεοπτικής ειδησεογραφίας. Επιπρόσθετα, ο προσεκτικός αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να διαβάσει επανειλημμένα το κείμενο, να διαχωρίσει ΓΕΓΟΝΟΣ από ΣΧΟΛΙΟ και να αναλύσει το καθένα ανάλογα με την κριτική του ικανότητα. Στην τηλεόραση αντιθέτως, ο αχταρμάς σχόλιου και γεγονότος υπό τη συνδυασμένη μορφή οπτικών και ακουστικών ερεθισμάτων εισέρχεται στον εγκέφαλο μας και επηρεάζει το συνειδητό και υποσυνείδητό μας. Θέσει καθώς η κυκλοφορία και κυρίως η αναγνωσιμότητα εφημερίδων στη χώρα μας δεν είναι τέτοια που να έχει τη δυνατότητα να μορφώσει απόψεις όπως η τηλεόραση και δευτερευόντως το ραδιόφωνο. Το τελευταίο το αφήνω κατά μέρος καθώς χρησιμοποιείται πλέον κυρίως ως μέσο διασκέδασης παρά ως μέσο ενημέρωσης με αποτέλεσμα εκτενείς ενημερωτικές/ειδησεογραφικές εκπομπές να είναι περιορισμένες.

Παραγωγή μιζέριας, επεξεργασία μιζέριας, προώθηση μιζέριας, πώληση μιζέριας, αύξηση ζήτησης μιζέριας και ο κύκλος συνεχίζεται. Και στον αντίποδα αυτών δελτία με target group τους νέους με βασικό θέμα τις παραλίες, την προσωπική ζωή των επώνυμων των 3 μηνών και τα νέα γλωσσικά κατορθώματα αμόρφωτων λαϊκών αοιδών. Λες και έχουν βαλθεί να μας πείσουν ότι πρέπει ντε και καλά να διαλέξεις ανάμεσα στο δίπολο ευέξαπτος γκρινιάρης του καναπέ και τρέντουλας τσιχλοφουσκομασουλητής έτοιμος για διαφήμιση της Vlakofone (φανταστικό το όνομα , μη φάμε και καμιά μήνυση από το πουθενά- είμαστε και δικομανείς οι Έλληνες !)

Επειδή το θέμα είναι εκτενές και πιθανώς θα επανέλθω κάποια στιγμή, ας κλείσω με μερικές απαραίτητες αποσαφηνίσεις.

1. Σε καμία περίπτωση δε θεωρώ ότι δεν υπάρχουν προβλήματα, και μάλιστα πολυάριθμα, μείζονα και δυσεπίλυτα στη χώρα μας. Ούτε βολεμένος κουλτουριάρης είμαι, ούτε ποζεράς που βγαίνει βόλτα με το Τσερόκι του μπαμπάκα, ούτε κλείνω υποτιμητικά και στρουθοκαμηλικά τα μάτια στις αγωνίες του τόπου. Άλλο όμως το να προβάλλεις με κόσμιο και σοβαρό τρόπο πχ τις ελλείψεις των επαρχιακών νοσοκομείων σε ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό και άλλο το να προσπαθείς να πείσεις ότι όλος ο κόσμος πεινάει επειδή ανέβηκε 15% σε σχέση με πέρυσι το ραπανάκι ή ότι έρχεται ο Αρμαγεδδών και η πρώτη σάλπιγγα θα ηχήσει με την ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων ή τέλος να επιδιώκεις να χώσεις κάμερα και μικρόφωνο μπροστά στη γυναίκα που έχασε τον άντρα της από εργατικό ατύχημα και καλά για να «ευαισθητοποιήσεις το λαό».

2. Αναφέρθηκα κυρίως σε κάποιους από τους μηχανισμούς της μιζέριας και καθόλου στις συνέπειες της. Πάντως παρά την γκρίνια μας να’ ναι καλά ο ήλιος η θάλασσα, το ούζο και τα παρακμιακά μπουζουκομάγαζα, τελικά καταφέρνουμε να περνάμε καλά. Πράγμα που κάνει ακόμα πιο εκνευριστικό το γεγονός ότι θέλουμε να πείσουμε εαυτούς ότι πάντα οι καιροί είναι χαλεποί, πάντα τα πράγματα πάνε προς το χειρότερο, πάντα είμαστε ταπεινοί και καταφρονεμένοι, πάντα για τα προβλήματα μας φταίει το κράτος, το δημόσιο, το σχολείο, ο δήμαρχος, ο εργοδότης, ο κλητήρας, το κακό ανατολικό μπλοκ που αλληλοψηφίζεται στη Eurovision αλλά ποτέ μα πότε δεν έχουμε την παραμικρή ευθύνη εμείς. Keep walking…

3. Επειδή ίσως αναρωτιέστε, ναι αν υπάρχει ένας επαγγελματικός κλάδος απέναντι στον οποίο είμαι εμπαθής είναι οι δημοσιογράφοι και ειδικά οι τηλεοπτικοί. Και αυτό γιατί από το θεσμικό ρόλο που έχουν ως άγρια τσοπανόσκυλα της δημοκρατίας έχουν κατά μεγάλη πλειοψηφία μετατραπεί είτε σε επηρμένους γαλαζοαίματους μολοσσούς, είτε σε θρασύδειλα Τσιουάουα που γαυγίζουν χωρίς ποτέ να έχουν πρόθεση να δαγκώσουν είτε σε καλοεκπαιδευμένα Λαμπραντόρ που κάνουν ότι τους πει ο αφέντης τους. Υπάρχει και μια τελευταία κατηγορία αλλά δεν μπορώ να αδικήσω κάποια ράτσα σκύλων και να την παρομοιάσω ως προς την ηλιθιότητα με αυτή. Το δε χειρότερο όλων είναι το παπικό στυλάκι του άμεμπτου, διαπρύσιου κήρυκα που είναι έτοιμος να δώσει τη ζωή του για το καλό του κοσμάκη. Σε αυτούς τους τελευταίους απλά να θυμίσω ότι ο Μαρά δολοφονήθηκε όχι από κάποιον εκτελεστή στην υπηρεσία του κράτους αλλά από μια απηυδισμένη γαλλίδα επαρχιώτισσα…

Τρίτη 29 Απριλίου 2008

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΟΦΟΥΣ

Έστω και με καθυστέρηση λίγων ημερών (γιατί και οι σοφοί πρέπει περιστασιακά να ξεκουράζουν το σπινθηροβόλο πνεύμα τους), να ευχηθούμε στους αναγνώστες μας και όλο τον κόσμο χρόνια πολλά και Χριστός ανέστη. Είθε το ανέσπερο φως να λάμψει στις καρδιές όλων των ανθρώπων, διώχνοντας μακριά τις σκιές της σήψης, του πόνου και του θανάτου. Ο δε σταυρός το μαρτυρίου του Θεανθρώπου να παραμείνει ανεξίτηλα χαραγμένο σύμβολο στη συλλογική μνήμη μας, θυμίζοντας σε όλους μας τον αγώνα του κάθε πάσχοντος ανθρώπου και της βοήθειας που οφείλουμε να του προσφέρουμε καθώς στο πρόσωπο του καθρεφτίζεται και το δικό μας πρόσωπο, το πρόσωπο του Θεού. Ειρήνη και αγάπη σε όλους.

Σάββατο 26 Απριλίου 2008

Η συγκεχυμένη θρησκευτικότητα της νεοελληνικής πραγματικότητας

Μεγάλη βδομάδα διανύουμε και δράττομαι της ευκαιρίας να ασχοληθώ με διάφορες πτυχές της πανθομολογουμένως ενδιαφέρουσας όσο και διαστροφικά αντιφατικής νεοελληνικής θρησκευτικότητας. Επειδή το θέμα είναι αρκετά δύσκολο, αγγίζει παράπλευρα πολλά ζητήματα και ανοίγει πολλά μέτωπα (συν το ότι πιθανόν να σας μπέρδεψα ακόμη περισσότερο με αυτόν τον στρυφνό πρόλογο) θα προσπαθήσω να το χωρίσω σε επιμέρους ενότητες , συναφείς ωστόσο ως προς την θεματολογία και την προβληματική τους. Πάμε λοιπόν.

Ταυτότητα: Χριστιανός Ορθόδοξος (;)

Όχι μην αφιονίζεστε μεγαλοβδομαδιάτικα, δεν πρόκειται να αναφερθώ στον περασμένο «ιερό πόλεμο» που είχε κηρύξει η Εκκλησία της Ελλάδος απέναντι στην τότε κυβέρνηση σχετικά με την αναγραφή ή μη του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Η ταυτότητα στην οποία αναφέρομαι είναι πολύ βαθύτερη και ουσιώδης. Έχει να κάνει με τον αυτοπροσδιορισμό του σύγχρονου ανθρώπου και εν προκειμένω του Έλληνα, ως πνευματική οντότητα, ως κτίσμα, ως κορωνίδα της Δημιουργίας ή πολύ απλούστερα, και αβάσταχτα μελαγχολικά, ως μια τυχαία διακύμανση του τίποτε, απλής αστρόσκονης.

Σε κάθε περίπτωση το ερώτημα περί θρησκευτικότητας, όταν τίθεται με σοβαρότητα και εντιμότητα μετατρέπεται άμεσα σε ερώτημα περί αληθείας. Η απάντηση που θα δώσει ο κάθε άνθρωπος (θα έπρεπε να) δίνει μια πολύ καλή ιδέα στο συνομιλητή του για το ποιος είναι, που πορεύεται, ποια είναι η κοσμοθέαση του και ποιος ο τελικός προορισμός, η Ιθάκη του. Συμβαίνει όμως κάτι τέτοιο σήμερα; Ο άνθρωπος που δηλώνει Χριστιανός, που δηλώνει πιστός, που δηλώνει μέλος της εκκλησίας είναι ειλικρινής; Ή τουλάχιστον, ξέρει τι συνεπάγεται μια τέτοια δήλωση;

Δεν έχω κάποια πρόσφατη έρευνα περί θρησκευτικότητας στην Ελλάδα στα χέρια μου αυτή τη στιγμή. Θυμάμαι όμως αρκετά καλά πως έρευνα της ICAP στα τέλη του 2005 αποκάλυπτε πως η Ελλάδα ανήκει στις πλέον θρησκευόμενες χώρες του κόσμου, με το 86% των πολιτών της να δηλώνουν ότι πιστεύουν στην ύπαρξη Θεού και την συντριπτική πλειοψηφία εξ αυτών να δηλώνουν Χριστιανοί. Στην ίδια έρευνα αν δεν κάνω λάθος (όποιος αναγνώστης έχει καλύτερη μνήμη από τον γράφοντα ας φιλοτιμηθεί να με διορθώσει), όταν ζητούσε από τους θρησκευόμενους Χριστιανούς να απαντήσουν αν πιστεύουν ότι ο Χριστός είναι υιός το Θεού και αν πιστεύουν στην ανάσταση του ένα πολύ μεγάλο μέρος απαντούσε αρνητικά! Και διερωτώμαι, τι νόημα έχει να δηλώνεις πιστός σε μια θρησκεία της οποίας δε συμμερίζεσαι το βασικότερο δόγμα (χριστολογικό) και το κομβικότερο σημείο των ιερών κειμένων της; Πράγμα που με φέρνει στην επόμενη ενότητα.

Ο εκφυλισμός της θρησκείας ως ιδεολογία και ο Θεός a la carte

Εφόσον λοιπόν στερήσει κάποιος από τον Χριστιανισμό την ίδια την έννοια του θεανθρώπου τον έχει απογυμνώσει καθαρά και ξάστερα από τον δογματικό πυρήνα του. Πλέον δεν μιλάμε για Χριστιανισμό , και δη ορθόδοξο, αλλά για μια φιλελεύθερη, νεοεποχίτικη, μετανεωτερική, ελαφρώς απωνατολίτικη (και πολλά άλλα λιγότερο ή περισσότερο ταιριαστά) φιλοσοφία/ιδεολογία που μάλλον γέρνει επικίνδυνα προς τον χαρακτηρισμό ιδεολόγημα. Η έννοια της χριστιανικής θρησκείας μικραίνει, συρρικνώνεται επικίνδυνα, εκφυλίζεται αγχωτικά πολύ αν της αφαιρέσει κανείς τις θεολογικές ρίζες της και την δει ως μια ιδεολογία αγάπης και αλληλοκατανόησης. Φαντάζομαι πως ακόμα και αν ο Νίτσε δε θα ήταν πλήρως ικανοποιημένος καθώς δε σκοτώσαμε ακόμα το Θεό, θα χαμογελούσε σίγουρα κάτω από τα παχιά μουστάκια του γνωρίζοντας ότι τον κάναμε ένα θεό-πίτσα ή ένα θεό a la carte αν θέλετε. Ο καθένας μας επιλέγει ποια στοιχεία του θεού νομίζει ότι τον βρίσκουν σύμφωνο, ποια χαρακτηριστικά είναι τα πλέον λογικά ή ελκυστικά, ποια παρέχουν την κατ’ εμάς ορθότερη κοσμοθέαση και αναλόγως φτιάχνουμε κατά παραγγελία τον ιδανικότερο, πλήρως εξατομικευμένο, υποκειμενικά τέλειο Θεό. Έτσι λοιπόν μπορούμε να πιστεύουμε σε περίπου όποιο δόγμα επιθυμούμε, να αποδίδουμε τον χαρακτηρισμό «θεάρεστες» σε όλες τις πράξεις που είναι σύμφωνες με την προσωπική ηθική μας πυξίδα, να αγνοούμε επιδεικτικά τα ιερά κείμενα, και να κάνουμε τον εκκλησιασμό μια φολκλορική ανάπαυλα ανάμεσα στο Σαββατοβραδινό γλεντοκόπι και την Κυριακάτικη επίσκεψη στο γήπεδο (το οποίο είναι ο πλέον θρησκευτικός χώρος εν Ελλάδι, με άφθονους πιστούς, πληθώρα ψαλμωδιών και αρκετές φορές καπνούς από ποικιλόχρωμα λιβανωτά να κατακλύζουν την ατμόσφαιρα). Πως αλλιώς να εξηγηθεί το ότι πλήθος αυτοπροσδιοριζόμενων Χριστιανών πιστεύουν συγχρόνως σε προηγούμενες και επόμενες ζωές, στη δυνατότητα πρόβλεψης των μελλούμενων, είναι υπέρ της θανατικής ποινής, δεν πηγαίνουν εκκλησία επειδή έχει πολύ κόσμο (!?!) και πολλά άλλα…

Μη θεωρηθεί ότι το φαινόμενο αυτό είναι «μοναδικά ελληνικό» και άλλα τέτοια γραφικά. Μας αρέσει ως Έλληνες να θεωρούμε τους εαυτούς μας ξεχωριστούς αναφορικά με το καλύτερο και το χειρότερο, όμως τα πράγματα δεν είναι (πάντα) έτσι. Φαινόμενα αποχριστιανισμού αλλά και θρησκευτικής ή υπερθρησκευτικής σύγχυσης και σύνθεσης υπάρχουν παντού στην Ευρώπη. Χαρακτηριστικό ένα άρθρο που διάβασα στο περιοδικό Σύναξη πριν από μερικούς μήνες όπου ένας Γάλλος θεολόγος παίρνοντας για ερευνητικούς σκοπούς συνεντεύξεις από ζευγάρια που οσονούπω θα δένονταν με τα δεσμά του θρησκευτικού γάμου διαπίστωσε ότι ελάχιστοι ήταν αυτοί που πίστευαν έστω ότι ο Χριστός αποτελούσε ιστορικό πρόσωπο (!!!) πόσο μάλλον ότι ήταν γιος του Θεού, και ότι έβλεπαν τον χριστιανισμό σαν μια όμορφη φιλοσοφία μη βίας. Το ερώτημα περί αληθείας φαίνεται ότι απουσιάζει πλήρως από την έννοια της θρησκευτικότητας όπως την αντιλαμβάνεται πλέον ο μέσος Ευρωπαίος και ιδιαίτερα ο Έλληνας.

Ο παραδοσιακός πιστός, ο trendy πιστός και ο μεταστραφείς

Για να μην κατηγορηθώ για λογοκλοπή ή έστω κρυφομνησία να αναφέρω ότι η ουσία της ακόλουθης κατηγοριοποίησης (αν και όχι ή εκάστοτε «ταμπέλα») ανήκει στον προαναφερθέντα Γάλλο θεολόγο (θα μου πείτε ότι δεν αναφέρω το όνομα αλλά τι να κάνουμε, ου γαρ έρχεται μόνον…)

Θα μπορούσαμε λοιπόν, με όλη την απλουστευτικότητα και την γενικότητα που ενέχει η κάθε κατηγοριοποίηση, να διακρίνουμε τρία βασικά είδη θρησκευόμενων ανθρώπων. Ο πρώτος είναι ο παραδοσιακός πιστός. Αυτός ο οποίος επειδή η οικογένεια, η κοινωνία, το πολιτιστικό περιβάλλον τον έμαθαν ότι η τάδε θρησκεία είναι κάτι καλό (η ακόμη απλούστερα, επειδή δεν του έμαθαν και τίποτε άλλο) θεώρησε πως είναι ένας είδος κοινωνικής του υποχρέωσης να βοηθήσει στη διαιώνιση ή τουλάχιστον την προσωρινή επιβίωση ενός πράγματος που δεν καταλαβαίνει κι ο ίδιος καλά. Συνεπώς, μην μπορώντας να δει τον εαυτό του κάτω από ένα έστω λίγο διαφοροποιημένο πλαίσιο θα υπερασπιστεί τις συνήθως ημιμαθείς αντιλήψεις του με γερές δόσεις από παθιασμένο, ξεστρατισμένο ευσεβισμό. Ενίοτε θα καταφύγει και σε μια απολύτως «λογιστική» ή σπιριτουαλιστική, αναχωρητική αντιμετώπιση του θρησκεύεσθαι, απομονώνοντας το πλήρως από τον κοινωνικό του βίο και συνθλίβοντας την χριστιανική έννοια της εκκοσμικευμένης μαρτυρίας.

Ο δεύτερος είναι ο trendy πιστός. Θα συνδέσει, θα κόψει, θα ράψει, με εκλεκτικότητα, με κάποια ίχνη κριτικού πνεύματος και αυξημένα αυτοεγκωμιαστική διάθεση και περιπετειώδες πνεύμα δόγματα, λατρευτικά και δοξαστικά στοιχεία από ένα πλήθος θρησκειών, αιρέσεων μέχρι και Τολκινικών συγγραμμάτων. Θα πάει ίσως στην εκκλησία, θα κάνει τη γιόγκα του, θα κοτσάρει ένα Βούδα στο σαλόνι και στον ελεύθερο χρόνο του θα εξασκεί τις ικανότητες του στη σπαθασκία κραδαίνοντας το Anduril, Flame of the West. Πέρα από την πειραχτική υπερβολή της προηγούμενης πρότασης, υπάρχει ένα σημαντικό κομμάτι ανθρώπων που όντως δημιουργούν (τις περισσότερες φορές χωρίς να το καταλαβαίνουν ούτε οι ίδιοι) τις προσωπικές τους θρησκείες που αποτελούν ένα παράδοξο αμάλγαμα ετερόκλητων μεταξύ τους στοιχείων.

Προσωπικά φρονώ ότι στην περίπτωση της Ελλάδας, ένα πολύ μεγάλο μέρος των «πιστών» βρίσκεται κάπου μεταξύ των δύο ανωτέρω κατηγοριών.

Το τρίτο είδος είναι ο μεταστραφείς. Δεν υπάρχει πιο ταιριαστή λέξη για να εκφράσει αυτή την κατηγορία. Αναφέρεται στους ανθρώπους που οπλισμένοι με ψυχικό σθένος και ακμαία την κριτική τους ικανότητα τόλμησαν να θέσουν στον εαυτό τους το ερώτημα περί αληθείας και αποπειράθηκαν να αναζητήσουν την απάντηση δίχως να εκπέσουν στις εύκολες λύσεις μιας δήθεν εκλεκτικής και βαθειά εγωιστικής υποκειμενικότητας, χωρίς ωστόσο να απεμπολήσουν το αναφαίρετο δικαίωμα όσο και χρέος τους να ερμηνεύουν ότι μαθαίνουν και ανακαλύπτουν. Πέρα όμως από αυτή την πνευματική διαδικασία, αυτό που ξεχωρίζει τον μεταστραφέντα είναι η αποκάλυψη. Η βίωση αυτής της βαθιά μεθυστικής, της μυστηριακής ένωσης με το Θεό που διαλύει τα ομιχλώδη πέπλα της αμφιβολίας έστω για λίγες μονάχα στιγμές. Όταν ο οισοφάγος της λογικής μας ανοίγει αρκετά για να επιτρέψει στην Αλήθεια να κατέβει μαλακά και να γλυκάνει τα σπλάχνα μας.

Όπως φαντάζομαι καταλάβατε εφόσον είχατε το κουράγιο και το χρόνο να διαβάσετε μέχρι αυτό το σημείο, το (ελλειμματικό) κείμενο αυτό δε φιλοδοξεί να δώσει απαντήσεις στα ούτως ή άλλως δύσπεπτα ερωτήματα που τέθηκαν. Ούτε και αυτοπεριορίζεται σε μια κλαψιάρικη αποτίμηση ενός αν μην τι άλλο αντιφατικού θρησκευτικού περιβάλλοντος. Το μόνο που θέλησε ήταν να προκαλέσει μια αφορμή για σκέψη ώστε ο καθένας από μας να προσπαθήσει να αναλογιστεί τη δικιά του απάντηση στο ερώτημα περί αληθείας και να αναθεωρήσει εφόσον χρειαστεί, τους προσδιορισμούς που αποδίδει στον εαυτό του και στους άλλους γύρω από τη θρησκευτικότητα και την πίστη.

Καλή Ανάσταση αδέρφια.

*Ζητώ συγγνώμη και συγχρόνως ευχαριστώ βαθειά το Δάσκαλο μου, κύριο Θανάση Παπαθανασίου τον οποίο υποκλέπτω διαρκώς και αναίσχυντα, καθώς η σκέψη του και ο λόγος του έχουν μπολιάσει τα αντίστοιχα δικά μου σε θέματα θεολογικά και όχι μόνο.

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2008

Η διαφορά μας είναι η διαφθορά μας

Προ ολίγων ημερών είδαν το φως της δημοσιότητας κάποιες έρευνες που "αποδείκνυαν" πως η Ελλάδα είναι πρώτη, για ακόμη μια χρονιά, στη διαφθορά ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τέτοιες έρευνες έχουν υπάρξει πολλές ανά τα χρόνια και πάντα η Ελλάδα βρίσκεται στις πρώτες θέσεις στη διαφθορά. Φυσικά, δεν περιμένουμε εμείς οι Έλληνες τέτοιες έρευνες για να το ανακαλύψουμε. Το ζούμε στην καθημερινότητά μας. Η διαφθορά σε αυτή την, κατά τα άλλα, όμορφη χώρα βρίσκεται παντού και όλοι μας την έχουμε γευτεί αλλά και κυρίως εκθρέψει.

Η διαφθορά, λοιπόν, ζει, βασιλέυει και γιγαντώνεται στην Ελλάδα με το πέρασμα των ετών. Φυσικά ο μύθος ότι μόνο εδώ συμβαίνουν αυτά είναι πέρα για πέρα αναληθής. Η διαφθορά σε όλη την Ευρώπη και γενικότερα τον δυτικό κοσμο που εχει κοινά χαρακτηριστικά οργάνωσης είναι το ίδιο υψηλή και βαθιά ριζωμένη σε όλα τα ανεπτυγμένα κράτη. Βέβαια οι Έλληνες προχωρούν και εδώ ενα βήμα παραπέρα. Η διαφθορά στη χώρα μας έχει ένα χαρακτηριστικό που στις υπόλοιπες χώρες εμφανίζεται πολύ λιγότερο. Γενικά η διαφθορά συναντάται όταν πρόκειται να παραβιαστούν νόμοι. Όταν δηλαδή κάποιος θέλει να διαπράξει κάτι μη σύννομο και να κινηθεί εκτός νόμου χωρίς να έχει αρνητικές επιπτώσεις και συνέπειες για την πράξη του αυτή. Είτε μιλάμε για φυσικά είτε για νομικά πρόσωπα. Στην Ελλάδα, όμως, το επιπλέον χαρακτηριστικό που την κάνει διαφορετική είναι οτι πλέον, κατα κανόνα, υπάρχει διαφθορά και όταν κάποιος θέλει να κάνει κάτι απολύτως εναρμονισμένο με τον νόμο. Η πικρή αλήθεια είναι για να καταφέρεις να κάνεις ο,τιδήποτε είτε νόμιμο είτε παράνομο πρέπει να "λαδώσεις"!

Αυτή η κατάσταση από την μεταπολίτευση και μετά γιγαντώνεται διαρκώς. Το χειρότερο απο όλα είναι πως πλέον είναι μια παγιωμένη κατάσταση και κανείς δεν αντιδρά. Όλοι το δεχόμαστε παθητικά λέγοντας πως έτσι έχουν τα πράγματα. Κάνουμε και μια ευχή να μπορούσε κάποτε αυτό να αλλάξει, βλαστημάμε και το πολιτικό σύστημα και τους πολιτικούς που έφεραν την χώρα σε αυτή την κατάσταση αλλά αμέσως μετά με τις πράξεις μας, όχι μόνο δεν προσπαθούμε να το πολεμήσουμε, αλλά βοηθάμε να ποτίσει ακόμη περισσότερο την καθημερινότητά μας. Είναι πλέον φυσιολογικό να υπάρχει η διαφθορά και κανείς δεν δείχνει να κάνει κάτι για αυτό.

Το μεγαλύτερο λάθος που συστηματικά κάνουμε όλοι μας είναι ότι δεν δρούμε. Ρίχνουμε διαρκώς το ανάθεμα και το φταίξιμο σε άλλους (συνήθως τους πολιτικούς) χωρίς να βλέπουμε πως όλοι είμαστε το ίδιο συνυπεύθυνοι. Η διαφθορά είναι τόσο βαθιά στη λειτουργία του κράτους που αν δε δράσουν όλοι οι Έλληνες πολίτες, λύση είναι αδύνατον να δοθεί. Φυσικά αυτό δεν μπορεί να γίνει απο τη μία στιγμή στην άλλη. Ειναι προαπαιτούμενο ένας ένας αλλά και όλοι να καταπολεμήσουμε τη μικρή διαφθορά που συναντάμε στην καθημερινότητά μας ώστε εν τέλει αυτή να χτυπηθεί στη ρίζα της.

Τα πράγματα δυστυχώς δεν είναι ευοίωνα αφού οι Έλληνες δε δείχνουν την ουσιαστική διάθεση να καταπολεμήσουν τη διαφθορά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση φαίνονται να είναι πολυ επίκαιρα τα λόγια του τριακοστού πέμπτου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών John Fitzgerald "Jack" Kennedy "And so, my fellow Americans: ask not what your country can do for you - ask what you can do for your country". Πρέπει, λοιπόν, να αναρωτηθούμε τι πρέπει να κάνουμε ο καθένας ξεχωριστά ώστε να καταπολεμήσουμε τη διαφθορά που δηλητηριάζει όλο και περισσότερο την Ελλάδα και τους πολίτες της! Χωρίς μάχη δε λύνεται κανένα πρόβλημα! Ειδικά τόσο μεγάλο!

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2008

Απασφαλισμένα ερωτήματα


Με αφορμή την προσωρινή παλιννόστηση μου (είμαι ένας ξενιτεμένος σοφός), βρήκα την ευκαιρία να πληροφορηθώ σε μεγαλύτερο βάθος τα τεκταινόμενα αναφορικά με τον πολιτικό και κοινωνικοοικονομικό βίο εν Ελλάδι. Προφανώς το ενδιαφέρον μου τράβηξαν τα δύο κυρίαρχα ζητήματα που πρωταγωνιστούν στη θεματολογία του ραδιοτηλεοπτικού και γραπτού τύπου (αν νομίζεις ότι αυτά είναι η προετοιμασία της Καλομοίρας για τη Eurovision και ο υπολογισμός της πραγματικής ηλικίας της «απόλυτης σταρ» θα σε λυπήσω αγαπητέ αναγώστη, δεν αναφέρομαι σε αυτά στη συνέχεια αυτού του κειμένου).

Η ονοματολογία της γείτoνος χώρας (αυτής με το αρκτικόλεξο ντε…) και το ασφαλιστικό νομοσχέδιο λοιπόν προκαλούν πολύωρες και παθιασμένες συζητήσεις από άκρη σε άκρη της χώρας, από τις στάσεις των λεωφορείων και τα επαρχιακά καφενεδάκια μέχρι τα γραφεία ακαδημαϊκών ενώ τόνοι μελάνης και megabytes καταναλώνονται καθημερινά για την «έγκυρη και έγκριτη» ενημέρωσή μας. Δικαίως άλλωστε, αξίζουν προσοχής και τα δύο και ως σοφοί τα παρακολουθούμε και ‘μεις όσο πιο προσεκτικά μπορούμε.

Επειδή μέχρι στιγμής ρίξαμε το βάρος της ασήκωτης σοφίας μας στις διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις (τουλάχιστον στα πλαίσια αυτού του ιστολογίου), θα αφήσω το «μακεδονικό» για κάποια άλλη στιγμή, μικρότερης ή μεγαλύτερης έντασης , ο χρόνος θα δείξει, και θα αφιερώσω μερικές παραγράφους στο έτερο ζήτημα.

Οι μεταρρυθμιστικές αλλαγές στο χώρο της ασφάλισης λοιπόν έχουν προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων απανταχού της πατρίδος και οι «δεν υποχωρούμε αν δε δικαιωθούμε» απεργοί καλά βαστούν στα αγωνιστικά μετερίζια τους. Η κυβέρνηση χαρακτηρίζεται υπερσυντηρητική, προωθεί αλλαγές Θατσερικού τύπου, έχει κρυφή ατζέντα σύμφωνα με την οποία θα βγαίνουμε στη σύνταξη στα 75 και άλλα πολλά. Το νομοσχέδιο χαρακτηρίζεται απορρυθμιστικό έως εκτρωματικό και εγκληματικό…

Προσωπικά, οι επιθετικοί προσδιορισμοί ποτέ δε με ενδιέφεραν στην προσπάθεια μου να εξετάσω αν ένας νόμος βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση. Αναγνωρίζοντας ότι υπάρχουν αρκετά σημεία του νόμου που με βρίσκουν αντίθετο (ειδικά το κομμάτι όπου αποφάσεις σχετικές με το ασφαλιστικό θα παίρνονται από τον εκάστοτε υπουργό χωρίς σχετική έγκριση της Βουλής) θα ήθελα ως λάτρης της Σωκρατικής διαλεκτικής να κάνω ορισμένες ερωτήσεις. Όχι απαραίτητα για να υπερασπιστώ τον ίδιο το νόμο αλλά κυρίως για να εξάρω την ανάγκη να κινηθεί κάτι σε ένα ζήτημα του οποίου τα ελώδη, λιμνάζοντα νερά θα πνίξουν εμάς και τα παιδιά μας σε 15 με 20 το πολύ χρόνια. Ο κάθε αναγνώστης ας τις απαντήσει σύμφωνα με την κριτική δεινότητα και την ευαισθησία που του αναλογεί.

1) Σε μια χώρα όπου η υπογεννητικότητα είναι μια παγιωμένη πραγματικότητα, όπου η εισροή νέων εργατικών χεριών (ημεδαπών και αλλοδαπών) μειώνεται από χρόνο σε χρόνο, όπου το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται αργά αλλά σταθερά, όπου η παραοικονομία βρίσκεται στο 30% του ΑΕΠ, όπου μερικά από τα καλύτερα, πιο παραγωγικά και αποδοτικά μυαλά της χώρας γίνονται «μετανάστες πολυτελείας» στη Δυτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ (φαινόμενο brain drain), όπου η συμμετοχή του πληθυσμού στο εργατικό δυναμικό παραμένει διαχρονικά σταθερή, όπου τα ταμεία είναι ελλειμματικά και το χρέος τους συσσωρεύεται, ΠΡΕΠΕΙ Ή ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ ΚΑΤΙ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ;

Αν απαντάμε θετικά στην προηγούμενη ερώτηση το παρελκυόμενο ερώτημα είναι τι πρέπει να αλλάξει; Μία απάντηση δίνει στο (οραματικό για μένα) βιβλίο του Βαμπίρ και Κανίβαλοι ο Μίμης Ανδρουλάκης. Χρειαζόμαστε μέση αύξηση της παραγωγικότητας 2% με 3 % για μια εικοσαετία πραγματοποιηθείσα μέσα από πολιτικές που προάγουν την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα. Υπέροχα θα πείτε. Όμως για να γίνουν αυτές χρειάζονται οι περίφημες θεσμικές αλλαγές και η εξίσου περίφημη επανίδρυση του κράτους. Χρονοβόρες διαδικασίες που θα δοκιμάσουν για άλλη μια φορά τη δυναμική και τα αντανακλαστικά της κοινωνίας μας και πιθανότατα θα την βγάλουν επί το πρακτέο συντηρητική (μόνο σε κουλτουριάρικα ζητήματα είμεθα προοδευτικοί…). Πιάσ’ τ’ αυγό και κούρεφ’ το δηλαδή. Ακόμα και αν γίνουν όμως όλα αυτά υπάρχουν μεσοπρόθεσμα προβλήματα βιωσιμότητας αρκετών ταμείων. Πράγμα που μας φέρνει στο ακόλουθο ερώτημα.

2) Πως λύνονται οι μεσοβραχυπρόθεσμες ανάγκες των ταμείων;

Μία λύση είναι η αυτονόητη, η οποία είχε δοθεί από τον επίτιμο της ΝΔ (ελπίζω να μην πέσει ο server). Αύξηση ορίων συνταξιοδότησης ιδίως για γυναίκες, εργαζόμενους σε βαρέα-ανθυγιεινά και στα προνομιούχα εργατικά «ρετιρέ» (ονόματα δε λέμε, οικογένειες δε θίγουμε). Επίσης μείωση των συντάξεων και αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών από εργαζομένους και εργοδότες συγχρόνως. Αυτά προέβλεπε ο νόμος Γιαννίτση (όσοι δεν έχουν μνήμη χρυσόψαρου ή…πρασινόψαρου τον θυμούνται) και αυτά εν μέρει προβλέπει και το τωρινό νομοσχέδιο. Φυσικά ελάχιστοι είναι αυτοί που δέχονται τέτοιες αλλαγές ή έστω έχουν το σθένος να υποστηρίξουν δημοσίως ότι στα κακά χάλια (για τα οποία κύρια αλλά όχι αποκλειστική ευθύνη έχει το δημόσιο) που φτάσαμε δε μας μένει και καμιά άλλη λειτουργική λύση. Τα υπόλοιπα ερωτήματα αφορούν κυρίως τις αποσαφηνίσεις των επιμέρους προτάσεων – λύσεων.

3) Το υπάρχον καθεστώς που θέλει τις γυναίκες εργαζομένους να συνταξιοδοτούνται πριν από τους άρρενες συναδέρφους τους είναι σύννομο ή έκνομο σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή νομοθεσία ; Εφόσον δεν προσαρμόσουμε τους νόμους μας στις Ευρωπαϊκές ντιρεκτίβες πόσες «καμπάνες» έχουμε να φάμε σα χώρα οέο ;

4) Πόσο κοινωνικά δίκαιο και οικονομικά ορθολογικό είναι να συνταξιοδοτούνται πνευματικά και σωματικά υγιέστατοι και εναργέστατοι άνθρωποι στην ηλικία των 50 και 55 ετών όταν μάλιστα η συσσωρευμένη πείρα τους αποτελεί αναντικατάστατο και δυσεύρετο ανθρώπινο κεφάλαιο ;

5) Γιατί εφόσον υποτίθεται ότι στηρίζουμε την κοινωνική αλληλεγγύη και τη δημιουργία ενός συνεκτικού κοινωνικού ιστού δε δεχόμαστε να ενοποιηθούν τα ταμεία ειδικά εφόσον θα προκύψουν πολλαπλά διοικητικά οφέλη και μειώσεις κόστους ;

6) Εφόσον δε θέλουμε τίποτα από τα παραπάνω αλλά αναγνωρίζουμε τις διαστάσεις του προβλήματος ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ;

7) Αν δεν κάνουμε τίποτα τι θα λέμε στις επόμενες γενιές οι οποίες θα αναγκαστούν να πάρουν συντάξεις μόνο από ιδιωτικές εταιρίες ασφαλίσεων ; Και κυριότερα, τι θα απαντάμε όταν ο πλέον απλόνους πολίτης θα αναγκαστεί να παραδεχτεί την γύμνια του ασφαλιστικού συστήματος όπως το παιδάκι στο αντίστοιχο παραμύθι που γελαστό υποδείκνυε τη γύμνια του βασιλιά ;